Τρίτη 23 Ιουνίου 2009

Oι αναρχικοί

Μια μεταδοτική ανυπακοή
lundi 18 mai 2009, par Claire Auzias, Le Monde diplomatique

Είναι σπάνιο οι αναρχικοί να μη συμμετέχουν, μαζί με άλλους, στους κοινωνικούς αγώνες. Αλλά, από τα πρώτα εργατικά σωματεία και τον επαναστατικό συνδικαλισμό μέχρι την ανυποταξία και τον ελεύθερο έρωτα, οι αναρχικοί πρωτοστατούν και σε νέες μορφές ανατροπής της κατεστημένης τάξης.

Δεν πρόκειται για το μικρότερο παράδοξο του αναρχισμού ότι αποτελεί ένα μικρό κοινωνικό ρεύμα και, ταυτόχρονα, μια σπάνια δεξαμενή του φαντασιακού. Όλοι, στη Γαλλία τουλάχιστον, γνωρίζουν το τραγούδι του Λεό Φερέ που λέει για τους αναρχικούς : « Δεν είναι ούτε ένας στους εκατό και, όμως, υπάρχουν ».
Υπάρχουν, πρώτα απ’ όλα στους δρόμους, καθώς δεν αφήνουν συχνά να τους ξεφύγει ευκαιρία για κοινωνικούς αγώνες. Και ακόμη, πιο έμμεσα, μέσω αυτού που ο κοινωνιολόγος Αλέν Πεσέν χαρακτηρίζει « φαντασιακή δύναμη του αναρχισμού » [1], η οποία ενισχύει την κοινωνική επιρροή του.
Ο αναρχισμός είναι μια κριτική ανάλυση, που διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Βρετανό στοχαστή Ουίλιαμ Γκόντουϊν, στη μελέτη του για την πολιτική δικαιοσύνη, [2] θεωρία που εμπλουτίστηκε αδιάλειπτα σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα από διάφορους στοχαστές, όπως ο Σαρλ Φουριέ, ο Πιέρ-Ζοζέφ Προυντόν ή ο Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς Μπακούνιν.
Το παράδειγμα του Γκόντουϊν αποκαλύπτει αρκετά για τον τρόπο με τον οποίο η ελευθεριακή σκέψη εξαπλώνεται στην κοινωνία της τότε εποχής. Ο Γκόντουϊν, παντρεμένος με τη Μέρι Ουόλστονκραφτ –με την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Μέρι Ουόλστονκραφτ Γκόντουϊν, πιο γνωστή με το όνομα Μέρι Σέλεϊ (συγγραφέας του Φρανκενστάιν)-, έχοντας στενές σχέσεις με τον λόρδο Μπάιρον και τους φίλους του, όπως τον ρομαντικό ποιητή Πέρσι Μπάις Σέλεϊ, επινόησε και μοιράστηκε μαζί τους μια ανατρεπτική πολιτική, κοινωνική και προσωπική περιπέτεια. [3] Αυτή η συλλογική εμπειρία σημάδεψε την αγγλική κοινωνική σκέψη της εποχής και προσέδωσε στον αναρχικό στοχασμό αξιοσημείωτη ακτινοβολία.
Γενικά, όμως, η εμφάνιση του αναρχισμού ως οργανωμένου πολιτικού κινήματος χρονολογείται από τις 15 και 16 Σεπτεμβρίου 1872, όταν πραγματοποιήθηκε στο Σεντ-Ιμιέ της Ελβετίας το Διεθνές Αντιαυταρχικό Συνέδριο, στο οποίο συμμετείχαν ιταλικές, γαλλικές, ισπανικές, αμερικανικές, ελβετικές ενώσεις και ομοσπονδίες που διαφωνούσαν με τους προσανατολισμούς του γενικού συμβουλίου της Διεθνούς Ένωσης Εργατών, στο Λονδίνο. Το συνέδριο του Σεντ-Ιμιέ διακηρύσσει, μεταξύ άλλων : « Η καταστροφή κάθε πολιτικής εξουσίας αποτελεί το πρώτο καθήκον του προλεταριάτου ».
Στη Γαλλία, πάνω στο έδαφος αυτό ξεδιπλώθηκε η επιρροή του Προυντόν, ο οποίος εμφανίζεται ως ένας από τους εμπνευστές της αλληλοβοήθειας, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Το 1848, το συγκεκριμένο κίνημα αριθμούσε μέχρι και δύο χιλιάδες ταμεία αλληλοβοήθειας και γνώρισε συνεχή άνθηση μέχρι τη θεσμική ενσωμάτωσή του με τη δημιουργία της κοινωνικής ασφάλισης. [4]
Οι αναρχικοί κατέχουν εξίσου σημαντική θέση στο πεδίο του συνδικαλισμού, με τη δημιουργία των εργατικών ομοσπονδιών (Bourses du Travail) και της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών (CGT), το 1895. Τα Bourses du Travail, με εμπνευστή τον Φερνάν Πελουτιέ (1867-1901), παρέχουν υποστήριξη στους άρρωστους ή άνεργους εργάτες, σε όσους αγωνίζονται (κυρίως μέσω της οργάνωσης απεργιακών ταμείων), ενώ συμμετέχουν στην εκπαίδευση των εργατών, με μαθήματα γενικής μόρφωσης ή επαγγελματικής κατάρτισης και τη δημιουργία βιβλιοθηκών. [5] Όσο για το ρόλο των αναρχικών στη CGT, αποτυπώνεται κυρίως στην υιοθέτηση, το 1906, της Χάρτας της Αμιένης, με την οποία διακηρύσσεται ότι « ο συνδικαλισμός είναι αυτάρκης » και καθορίζονται αρχές λειτουργίας, όπως η εναλλαγή καθηκόντων και η απόρριψη των μόνιμων συνδικαλιστικών εκπροσώπων. Το ζήτημα της ανεξαρτησίας απέναντι στους πολιτικούς σχηματισμούς αποτέλεσε μία από τις κύριες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ κομμουνιστών και αναρχικών σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
Ο αναρχισμός, όμως, διαπερνά και κοινωνικές κινητοποιήσεις, όπως η εξέγερση των εργατών μεταξιού στη Λιόν, το 1831. Για πολύ καιρό, αναζητείτο ο εμπνευστής της εξέγερσης, ο χαρισματικός ηγέτης, πριν γίνει αντιληπτό ότι η εξέγερση στηριζόταν στην πράξη στις δομές αμοιβαιότητας που είχαν δημιουργήσει οι πρωτομάστορες των εργαστηρίων και οι εργάτες ύφανσης. [6] Κάτι παρόμοιο ισχύει και για την Παρισινή Κομμούνα, το 1871, στην οποία συμμετείχαν και αρκετοί επίγονοι του Προυντόν, μεταξύ των οποίων ο Εουζέν Βαρλέν και η Ελιζέ Ρεκλί.
Στο πεδίο αυτό, τα παραδείγματα είναι άφθονα : οι αναρχικοί σπάνια αποτελούν τους μόνους πρωτεργάτες ενός κοινωνικού κινήματος, συμβάλλουν, όμως στη ριζοσπαστικοποίηση των αγώνων και των συνθημάτων. Έτσι, στις διάφορες μορφές άγριων απεργιών, ανεξέλεγκτων ανατροπών σε πολλούς εργατικούς κλάδους, βλέπει κανείς τη σκιά ενός αναρχισμού που δίνει την πρωτοκαθεδρία στον παραγωγό, χωρίς διαμεσολαβήσεις, ακόμη και στο πεδίο του αγώνα του και των κατευθύνσεών του. Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, και ειδικά κατά τη δεκαετία του 1970, είναι πλέον αμέτρητες οι κινητοποιήσεις που δεν ελέγχονται από τα επίσημα συνδικάτα, όπως η απεργία των λιμενεργατών του Λίβερπουλ, την οποία μετέφερε στον κινηματογράφο ο Κεν Λόουτς. [7] Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι πολλοί διαδηλωτές δεν θέλουν να ακούν καθόλου για αναρχισμό, όπως και για κανένα άλλο συγκροτημένο ιδεολογικό ρεύμα, καθώς τους θυμίζει, λιγότερο ή περισσότερο, κάποιον ακατανόητο καταναγκασμό.
« Διοικούμε υπακούοντας ! ». Το σύνθημα αυτό του υποδιοικητή Μάρκος, ηγέτη των εξεγερμένων από το 1994 Ινδιάνων Ζαπατίστας στην επαρχία Τσιάπας του Μεξικού, αντηχεί στην καρδιά των κινημάτων αλληλεγγύης, στα οποία οι ελευθεριακοί συμμετέχουν σε μεγάλο βαθμό. Ακόμη και στο Μεξικό, οι αναρχικοί, κρατώντας ορισμένες αποστάσεις από τον Μάρκος, τον οποίο οι ίδιοι θεωρούν υπερβολικά προσηλωμένο σε μια γκεβαρική και λενινιστική προοπτική, συνέβαλαν αθόρυβα εδώ και δεκαετίες στις εξεγέρσεις του Γκερέρο και της Οαχάκα. Μέχρι την ημέρα που υψώθηκαν τα οδοφράγματα σε μια πόλη σε κατάσταση ευφορίας, κατά τη διάρκεια της « Κομμούνας » της Οαχάκα, τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο του 2006 ! Η Λαϊκή Συνέλευση των Λαών της Οαχάκα, στην οποία συμμετείχαν τριακόσιες με τετρακόσιες οργανώσεις και η οποία κατακτά καθημερινά τη ριζοσπαστική δημοκρατία, ξεσηκώθηκε εναντίον του κυβερνήτη Ουλίσες Ρουίς, έφτιαξε οδοφράγματα, διακηρύσσοντας ότι αποτελεί τη μόνη νόμιμη εξουσία, καλύπτοντας, όμως, και τους τοίχους με το φοβερό σύνθημα : « Θέλουν να μας υποχρεώσουν να κυβερνήσουμε, δεν θα παρασυρθούμε από την προβοκάτσια »…
Ωστόσο, η επιρροή των αναρχικών είναι εμφανέστερη στο πεδίο των ηθών, όπου υπήρξαν πρωτοπόροι. Ο αναρχικός ατομισμός, [8] περισσότερο και από τον ελευθεριακό κομμουνισμό, προτάσσει την ακεραιότητα του ατόμου στις κοινωνικές σχέσεις, τις προσωπικές επιλογές και τις πολιτικές αποφάσεις του. Το άτομο είναι ακατάλυτη μονάδα.
Με αφετηρία αυτές τις αντιλήψεις θα αναδυθούν οι κυριότερες μάχες για την ανατροπή των κοινωνικών σχέσεων : η εκπαίδευση σε ελευθεριακά σχολεία, η αντρική και γυναικεία αντισύλληψη, οι αμβλώσεις, ο ελεύθερος έρωτας και η ερωτική συντροφικότητα, η κριτική του γάμου, της οικογένειας, η φυτοφαγία, η φυσική ζωή, οι κοινότητες, η μη βία, η οικολογία με τον Χένρι Ντέιβιντ Θόροου και το κλασικό έργο του « Walden » : πρόκειται για κινήσεις με σκοπό την άμεση αλλαγή του τρόπου ζωής, που δεν περιμένουν τη « μεγάλη νύχτα της επανάστασης », και οι οποίες γνώρισαν σημαντική απήχηση στις δυτικές κοινωνίες του 20ου αιώνα.
Έτσι, ο αναρχικός ατομισμός αντιστάθηκε καλύτερα από άλλα ιδεολογικά ρεύματα στη φθορά του χρόνου και στις αποτυχίες της Ιστορίας. Καθώς δεν τοποθέτησε τον οικονομισμό στο επίκεντρο κάθε ανάλυσης, δεν γνώρισε την ίδια αμφισβήτηση των αρχών του όπως τα κομμουνιστικά ρεύματα.
Ο αναρχικός δηλώνει ότι δεν είναι πνευματικά στρατευμένος και ο Αλμπέρ Καμί, προσπερνώντας με σαρκασμό τους « συνοδοιπόρους » του στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα που « είχε πάντα δίκιο », θεωρούσε τον εαυτό του « κριτικό συνοδοιπόρο » [9] των αναρχικών. Ο σεβασμός τους για το άτομο και την ελευθερία μοιάζει να συμβαδίζει δύσκολα με την υποταγή, ιδιαίτερα όταν η τάξη που επιβάλλεται είναι απαράδεκτη. Στο πεδίο αυτό, πρέπει να αναφερθεί το καθεστώς του αντιρρησία συνείδησης. Το δικαίωμα στην άρνηση στράτευσης (υποχρεωτική μέχρι το 2001) κατακτήθηκε το Δεκέμβριο του 1963 από τον Λουί Λεκουέν, όταν ο τότε πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Σαρλ ντε Γκολ αναγκάστηκε να υποχωρήσει, μετά από αγώνα που ο Λεκουέν είχε ξεκινήσει το 1958 και απεργία πείνας που πραγματοποίησε σε ηλικία 74 ετών. Με την ευκαιρία, ο Λεκουέν υπογράμμισε ότι οι περισσότεροι αντιρρησίες συνείδησης που υπερασπιζόταν τότε δεν ήταν ελευθεριακοί, αλλά μάρτυρες του Ιεχωβά.
Ο αναρχισμός, ένα αγωνιστικό κίνημα, είναι σήμερα, όπως πάντα, άλλωστε, παρών σε διάφορα μέτωπα, από την αντιπαγκοσμιοποίηση και τις αντι-συνόδους κορυφής μέχρι τους αγώνες για τα δικαιώματα των μεταναστών, τα οικολογικά και τα αντιπυρηνικά κινήματα, χωρίς, φυσικά, να ξεχνά κανείς και τους συνδικαλιστικούς αγώνες.
Notes
[1] Alain Pessin, « L’Imaginaire utopique aujourd’hui », Presses universitaires de France, Παρίσι, 2001.
[2] William Godwin, « Enquête sur la justice politique. Et son influence sur la morale et le bonheur d’aujourd’hui », μεταφρ. Denise Berthaud και Alain Thévenet, Atelier de création libertaire, Λιόν, 2005.
[3] Percy Bysshe Shelley, « Lyrics and Shorter Poems », J.M. Dent- E.P. Dutton, Λονδίνο-Νέα Υόρκη, 1935.
[4] Οι αναρχικές καταβολές των θεσμών αυτών δεν είναι ευρύτερα γνωστές. Αυτό οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στο γεγονός ότι, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, ο μαρξισμός επισκίασε το σύστημα οικονομικής ανάλυσης του Προυντόν.
[5] Fernand Pelloutier, « Histoire des Bourses du travai »l, Phénix, Villiers-sur-Marne, 2001.
[6] Fernand Rude, « Les Révoltes des canuts (1831-1834 »), La Découverte, Παρίσι, 2007.
[7] Ken Loach, « Les Dockers de Liverpool », AMIP, Parallax Pictures, BBC, La Sept-Arte, 1996.
[8] Ο αναρχικός ατομισμός δεν πρέπει να συγχέεται με τον αριστερό ή δεξιό αντικομφορμισμό ή με το κίνημα του ακραίου φιλελευθερισμού (“libertarianism”), που πρόσκειται στην άκρα δεξιά και κηρύσσει, στις Ηνωμένες Πολιτείες, την κατάργηση του κράτους. Όπως επισήμαινε ο Ερίκο Μαλατέστα : « Όλοι οι αναρχικοί, σε όποια τάση κι αν ανήκουν, είναι, κατά κάποιον τρόπο, ατομιστές. Το αντίστροφο, όμως, απέχει πολύ από την πραγματικότητα : όλοι οι ατομιστές δεν είναι, όπως θα ταίριαζε, αναρχικοί » (δήλωση στο αναρχικό συνέδριο του Άμστερνταμ, Αύγουστος 1907).
[9] « Albert Camus et les libertaires (1948-1960) », γραπτά που συγκέντρωσε και παρουσίασε ο Lou Marin, Egrégores, Μασσαλία, 2008.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου